Βραβευμένος για το ανθρωπιστικό έργο του από την Ακαδημία Αθηνών, θα ήταν ένας επιτυχημένος ελβετός οδοντίατρος σαν όλους τους συναδέλφους του, αν δεν χάριζε στους έλληνες χανσενικούς το «κοινωνικό» διαβατήριο: ένα χαμόγελο. «Η θέληση να δώσω ένα χέρι βοηθείας ήταν μέσα μου, σιωπηλή. Ως τη στιγμή που με ρώτησε ένας φίλος αν ήθελα να έρθω στην Αθήνα για να φτιάξω τα δόντια ενός χανσενικού. Αμέσως ένιωσα κάτι που ταίριαζε με την εσωτερική μου “παρόρμηση”.Και ήρθα τον Οκτώβριο του 1972 για πρώτη φορά…».Νεαρός οδοντίατρος τότε και προτού καλά καλά αποκτήσει την πελατεία του, είχε αποφασίσει να ταλαντευτεί ανάμεσα στην ασφάλεια μιας καλοστημένης ζωής και στην ακροβασία: την επαφή με ανθρώπους ακρωτηριασμένους, ξεχασμένους στην άκρη της μακρινής για εκείνον Αθήνας, στο Λοιμωδών της Αγίας Βαρβάρας. Ανθρωποι οι οποίοι με τον ερχομό του πίστεψαν σε θαύματα, από αυτά που γίνονται ακόμη και σε μια οδοντιατρική καρέκλα. Και για 26 χρόνια πηγαινοερχόταν Ελβετία- Ελλάδα, πάντα με την ίδια «ζωντάνια», έχοντας δύο ζωές: «Πολύ διαφορετικές, αλλά συμπληρωματικές μεταξύ τους» θα πει. «Και στις δύο αυτές ζωές είχα την ικανοποίηση να προσφέρω πολλά χαμόγελα». Πλάι στους χανσενικούς που έχουν ζήσει στη σκιά της ζωής έμαθα το κουράγιο, την πίστη, την επιείκειά τους. Μου έχουν μάθει να μη λαμβάνω υπόψη τις λεπτομέρειες της ζωής. Αισθάνομαι την ψυχή μου πιο ανάλαφρη. Υποκλίνομαι μπροστά τους με απέραντο σεβασμό».Έχει βραβευθεί απο το Πανεπιστήμιο της Γενεύης για τη διατριβή του «Η νόσος του Χάνσεν στην Ελλάδα και στην Κρήτη κατά τον εικοστό Αιώνα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου