Τετάρτη 20 Απριλίου 2016

Το «παραμύθι», ο «δράκος» και στο βάθος Grexit;

Γράφει ο Ceteris Paribus
Ελιγμοί και οι ρελάνς δίνουν και παίρνουν στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων για την πρώτη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος.
Τα πράγματα φαίνονται πολύ περίπλοκα αν όχι ακατανόητα: Γιατί το ΔΝΤ μένει μεν αλλά χωρίς μια σαφή ρύθμιση για το χρέος, το οποίο είναι για το Ταμείο το υπέρτατο κριτήριο;

Και γιατί ο Αλέξης Τσίπρας απέφευγε μέχρι τώρα να μιλήσει για την ελάφρυνση του χρέους (το μοναδικό «αντίδωρο» στον κατακλυσμό των μέτρων), τις προηγούμενες μέρες άφησε να εννοηθεί ότι αποδέχεται το επιπλέον «εγγυητικό πακέτο» των 3 plus δισ. ευρώ αλλά ύστερα από κυβερνητική σύσκεψη το απορρίπτει; Τα πράγματα μπορεί να φαίνονται -και έχουν πολλοί συμφέρον απ’ αυτό- περίπλοκα, αλλά είναι πολύ απλά, όπως θα δείξουμε στη συνέχεια.

Έχουμε ξαναγράψει πολλές φορές, με κίνδυνο να γίνουμε εμμονικοί, πως όταν τα πράγματα μοιάζουν πολύ περίπλοκα, πρέπει να αγνοούμε συνειδητά τον επικοινωνιακό θόρυβο και να εστιάζουμε στα θεμελιώδη δεδομένα. Έχουμε επίσης τονίσει πως από τον επικοινωνιακό «θόρυβο» θα πρέπει να επιλέγουμε όσα είναι πραγματικά σημαντικά και -κυρίως- βάσιμα. Με αυτά τα κριτήρια, ο απολογισμός από το «μέτωπο» της πρώτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος όσον αφορά τις θεμελιώδεις παραμέτρους ξεκαθαρίζει ως εξής:

• Πρώτο, το ΔΝΤ μένει στο πρόγραμμα με «πλήρη δικαιώματα».
• Δεύτερο, από τη στιγμή που η Ευρωζώνη δεν συζητάει «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, προκρίνεται η δεύτερη εναλλακτική του ΔΝΤ: ένα σκληρό πρόγραμμα με στόχο υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.
• Τρίτο, επειδή το ΔΝΤ θεωρεί πως ακόμη και αν η Ελλάδα καταβάλει «ηρωικές» προσπάθειες, πάλι το πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 είναι είτε ανέφικτο είτε μη διατηρήσιμο, ζητεί επιπλέον των 5,4 δισ. ευρώ μέτρα για την τριετία ύψους 3,2 δισ. ευρώ, με τη μορφή αυτόματων σταθεροποιητών. Έτσι, το συνολικό «πακέτο» για την τριετία γίνεται πραγματικά… τερατώδες, ανερχόμενο σε σχεδόν 9 (8,7) δισ. ευρώ! Και μάλιστα ούτε καν για μια ολόκληρη τριετία, αλλά ουσιαστικά για δυόμισι χρόνια αφού το μισό 2016 έχει παρέλθει.
• Τέταρτο, εκτός από τα μέτρα περικοπής κρατικών δαπανών και φοροεπιβάρυνσης, όπως κάθε πρόγραμμα που… σέβεται τον εαυτό του, θα προβλέπει τη χρηματοδότησή του και από το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, με τα εξής ποσά μέσα στην τριετία: 1,4 δισ. το 2016, 3,7 δισ. το 2017 και 1,3 δισ. το 2018. Μεταξύ άλλων, αυτό απαιτεί την πώληση του 51% της ΔΕΗ και του 40% όλων των assets της «μικρής ΔΕΗ», αλλά και την επίσπευση της ιδιωτικοποίησης για ΕΛΠΕ, ΕΥΔΑΠ, ΔΕΠΑ, ΟΛΘ, ΟΣΕ, αεροδρόμια, Ελληνικό, ΟΤΕ.
• Πέμπτο, επειδή όλοι οι υπολογισμοί εξαρτώνται από τους ρυθμούς ανάπτυξης και επειδή το νέο πρόγραμμα θα είναι επίσης υφεσιακό, το ΔΝΤ απαιτεί αντισταθμίσματα έναντι της ύφεσης, με νέες παρεμβάσεις στα εργασιακά: μαζικές απολύσεις (τις χρειάζονται άμεσα οι τράπεζες, που θα πρέπει να «ξεφορτωθούν» πολύ προσωπικό), αλλά και νέα περικοπή στους μισθούς, στο δημόσιο κατ’ αρχάς αλλά στη συνέχεια και στον ιδιωτικό τομέα.

Όλα αυτά, μόνο για την αξιοπιστία του προγράμματος μέχρι και το 2018! Στη βάση αυτή, αρχίζει η συζήτηση για το χρέος, που έχει τις δικές της… απαιτήσεις, για τις οποίες θα μιλήσουμε παρακάτω.

Η συζήτηση για το χρέος

Είναι γνωστό ότι το ΔΝΤ αποφασίζει τη συμμετοχή του σε προγράμματα προσαρμογής με το υπέρτατο κριτήριο τη βιωσιμότητας του χρέους. Όμως, οι μεγάλες υποχρεώσεις για την αποπληρωμή του ελληνικού χρέους έχουν μετατεθεί για την περίοδο από το 2025 και ύστερα. Ποιο είναι λοιπόν το αντικείμενο της σχετικής συζήτησης; Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ισχυρίζεται ότι σήμερα, 8-9 χρόνια πριν αυξηθεί ξανά το ύψος των τοκοχρεολυσίων, η σχετική συζήτηση δεν έχει νόημα, είναι περίπου «θεωρητική». Το ΔΝΤ δεν συμφωνεί με αυτό και ζητεί δεσμεύσεις από τώρα. Γιατί; Αυτό είναι το κρίσιμο ερώτημα…

Η απάντηση είναι διπλή:

Πρώτο, διότι θεωρεί ότι ξανά το πρόγραμμα θα «πέσει έξω». Το είπε ήδη, εμμέσως πλην σαφώς, λέγοντας ότι «ακόμη και αν η ελληνική κυβέρνηση καταβάλει ηρωικές προσπάθειες, το πλεόνασμα 3,5% το 2018 είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί». Πολύ περισσότερο που όλοι οι δανειστές θεωρούν ότι καμία ελληνική κυβέρνηση -και ιδιαίτερα η παρούσα- δεν πρόκειται να καταβάλει «ηρωικές» προσπάθειες… Επομένως, το ΔΝΤ πιστεύει ότι πολύ σύντομα θα πρέπει να ξαναγίνουν από την αρχή οι υπολογισμοί για το ελληνικό πρόγραμμα και άρα για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.

Δεύτερο, διότι προφανώς υπολογίζει ότι θα συμμετέχει στο ελληνικό πρόγραμμα προσαρμογής και ύστερα από το 2015 ή, στην καλύτερη περίπτωση, θα εξακολουθήσει να κινδυνεύει η επιστροφή των χρημάτων που θα δανείσει με το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα! Αλλιώς, για ποιο λόγο να ενδιαφέρεται για το ύψος των τοκοχρεολυτικών υποχρεώσεων της Ελλάδας ύστερα από το 2015;

Η συζήτηση για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους κρύβει, λοιπόν, «βόμβες» μεγατόνων. Η παγιωμένη άποψη ότι η συζήτηση για το χρέος είναι το «δωράκι» για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων είναι εντελώς λάθος. Το αντίθετο ισχύει: η συζήτηση για το χρέος γίνεται απαραίτητη επειδή κανείς δεν πιστεύει ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα θα επιτευχθούν, επειδή επομένως οι δανειστές δεν πιστεύουν ότι θα πάρουν πίσω τα δανεικά τους. Γι’ αυτό, η συζήτηση για το χρέος σημαίνει επιπλέον υποχρεώσεις, με τη μορφή ενός νέου, υπερδεκαετούς διεθνούς οικονομικού ελέγχου, δηλαδή μνημονίου! Αυτό είναι το τέταρτο μνημόνιο για το οποίο γίνεται λόγος. Αυτό το «μνημόνιο για το χρέος» θα περιέχει μέτρα αλλά κυρίως εγγυήσεις. Τι είδους; Το υπερταμείο «αξιοποίησης» της δημόσιας περιουσίας είναι η μία περίπτωση. Αλλά το πράγμα δεν θα μείνει εκεί. Και η σκέψη όσων θέλουν να σκέφτονται και να βλέπουν λίγο πιο μπροστά, πάει και σε άλλου είδους εθνικά assets…

Ακριβώς επειδή είναι έτσι, εξηγείται πολύ απλά η στάση των πρωταγωνιστών:

Το ΔΝΤ θέλει με την πρώτη αξιολόγηση να τεθούν οι βάσεις ώστε να μη ναυαγήσουν οι προοπτικές βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Με αυτή την προϋπόθεση, δέχεται να μείνει για αργότερα (μετά το βρετανικό δημοψήφισμα) η συζήτηση για το χρέος (την ακριβή μορφή της ελάφρυνσης αλλά και τα μέτρα και τις εγγυήσεις που θα τη συνοδεύουν).

Ο Σόιμπλε (και μαζί του οι Ευρωπαίοι), θέλουν να αποφύγουν ακόμη και υπαινιγμούς για ελάφρυνση του χρέους σε αυτή τη λεπτή φάση και το παραπέμπουν για αργότερα, ενώ παράλληλα ικανοποιούν τις «μεταβατικές» απαιτήσεις του ΔΝΤ για το πρόσθετο «πακέτο» των 3,2-3,5 δισ. ευρώ.

Η κυβέρνηση, όσο διατηρούσε ελπίδες μιας συμφωνίας με την ευρωπαϊκή τρόικα στη βάση του «πακέτου» των 5,4 δισ. ευρώ, απέφευγε να θίξει το ζήτημα του χρέους, γιατί γνώριζε πολύ καλά ότι αυτό συνεπαγόταν επιπλέον «πακέτα» μέτρων και εγγυήσεων. Τώρα όμως που οι δανειστές συμφώνησαν για μέτρα 5,5 + 3,2 – 3,5 δισ. ευρώ μεταθέτοντας για αργότερα την συμφωνία για το χρέος, αντιλαμβάνεται ότι τη στέλνουν στο… θυσιαστήριο: και επιπλέον «πακέτο» μέτρων τώρα χωρίς «αντίδωρο» ελάφρυνσης του χρέους, και νέα μέτρα και εγγυήσεις αργότερα στο πλαίσιο της συζήτησης για το χρέος. Κάνει λοιπόν ρελάνς, ζητώντας την επιστροφή στο γράμμα των συμφωνιών του περασμένου Ιουλίου: πρώτα η αξιολόγηση χωρίς πρόσθετο «πακέτο» μέτρων και ύστερα η συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους.

Γνωρίζει βέβαια πολύ καλά ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει. Και άρα οδηγεί, αν επιμείνει σε αυτή τη στάση, τα πράγματα σε αδιέξοδο.

Οι πολιτικές προϋποθέσεις και η κυβέρνηση

Ούτως εχόντων των πραγμάτων, δεν είναι τυχαίο που οι δανειστές έθεσαν ήδη ζήτημα και «πολιτικών εγγυήσεων» για την υλοποίηση του προγράμματος. Διότι, ως πολύ καλοί πλέον γνώστες της ελληνικής πραγματικότητας, γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση η παρούσα κυβερνητική πλειοψηφία των 153 βουλευτών να υλοποιήσει με συνέπεια όλα αυτά και να αντέξει τα επόμενα που θα σχετίζονται με το χρέος. Τα μέτρα-αυτόματοι σταθεροποιητές ύψους 3,2-3,5 δισ. ευρώ, που θα ενεργοποιηθούν όταν το πρόγραμμα αποκλίνει των στόχων του, είναι μια εγγύηση που θα ενεργοποιηθεί σίγουρα, και μάλιστα πολύ σύντομα. Στην πραγματικότητα, αυτό το επιπλέον «πακέτο» είναι και μιας μορφής πολιτική εγγύηση.

Πού παραπέμπουν όλα αυτά; Σε κυβερνητική διεύρυνση, και μάλιστα σύντομα. Όχι «εδώ και τώρα», γιατί τα μέτρα πρέπει να ψηφιστούν χωρίς καθυστέρηση (το βρετανικό δημοψήφισμα πλησιάζει…), αλλά σύντομα.

Όλα αυτά εξηγούν πολύ καλά γιατί άρχισαν ξανά τα ηρωικά και πένθιμα ότι «δεν θα δεχτούμε τίποτε παραπάνω απ’ όσα συμφωνήσαμε τον Ιούλιο», γιατί ο Τσίπρας ξαφνικά έθεσε στον Ολάντ ζήτημα παραίτησης, γιατί οι «53» ξαναβγήκαν στο κλαρί, γιατί το ΔΝΤ αναδεικνύεται στο «μεγάλο σατανά».

Το μαγκανοπήγαδο της υλοποίησης ενός τέτοιου προγράμματος δεν αφήνει ούτε στο πιο αισιόδοξο πολιτικό στέλεχος της κυβέρνησης να σκεφτεί ότι θα το βγάλει πέρα αυτή η κυβέρνηση. Κι όταν ο Αλέξης Τσίπρας απειλεί ότι θα παραιτηθεί, ένα πράγμα εννοεί: σε μια κυβέρνηση που θα στηρίζεται σε διευρυμένη πλειοψηφία, θα είμαι εγώ πρωθυπουργός…

Φαίνεται δε ότι σε αυτό το ζήτημα έχει μεν κάποια υποστήριξη, αλλά όχι απόλυτες εγγυήσεις, αφού η συμφωνία ΔΝΤ και ευρωπαϊκής τρόικας τον στέλνει στο «θυσιαστήριο».

Ο Ντράγκι και ο… δράκος του «παραμυθιού»

Εν τέλει, η μεγάλη αλήθεια είναι ότι το «παραμύθι» της αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος και του χρέους έχει και… δράκο. Διότι η πρόσφατη ανακεφαλαίωση των ελληνικών τραπεζών έγινε «λειψή», και την επόμενη φορά θα βρεθούν μπροστά στο bail-in… Διότι η ελληνική οικονομία βαδίζει αισίως για τον 9ο χρόνο (2008-2016) συνεχόμενης ύφεσης – ένα αρνητικό ιστορικό ρεκόρ πρωτοφανές για αναπτυγμένη χώρα και μάλιστα σε περίοδο ειρήνης. Διότι η κρίση και αστάθεια στο πολιτικό σύστημα δεν έχει ξεπεραστεί, αντίθετα ο πολιτικο-επιχειρηματικός εμφύλιος που πυροδότησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με τις πρωτοβουλίες της στην προσπάθειά της να δημιουργήσει τα δικά της ερείσματα, την «υποδαυλίζουν», η δε συνεχόμενη ύφεση δεν επιτρέπει να υπάρξουν κοινωνικές συναινέσεις.

Όταν λοιπόν ολόκληρη η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωζώνη μετράει «πληγές», όταν γίνεται λόγος για κατάρρευση της Ευρωζώνης, όταν φαίνεται να επικρατεί η φόρμουλα των πολλών «ταχυτήτων», όταν αναπτύσσονται ήδη πρωτοβουλίες για Ευρωζώνη δύο «ταχυτήτων», το ερώτημα έρχεται αυθόρμητα: σε ποια «ταχύτητα» θα ταξινομηθεί η Ελλάδα; Η Πορτογαλία, η Κύπρος κ.λπ. θα είναι στη δεύτερη «ταχύτητα» της Ευρωζώνης, αλλά η Ελλάδα είναι μόνη της μία κατηγορία.

Ιδού λοιπόν ποιος είναι ο «δράκος του παραμυθιού»: ότι η Ελλάδα κινδυνεύει να αποτελέσει μόνη της μια τελευταία «ταχύτητα». Ποια; Της «ειδικής σχέσης» με την Ευρωζώνη! Ενός συμφωνημένου και προσωρινού (;) Grexit. Της ιδέας του Σόιμπλε, που θα επανέλθει αυτόματα μαζί με τους αυτόματους σταθεροποιητές και πιθανή αποτυχία του πολιτικού συστήματος να δώσει συναινετικές κυβερνητικές λύσεις την κρίσιμη στιγμή.

Γι’ αυτό η «μεγάλη ανατριχίλα», γι’ αυτό η ανεξήγητη πρεμούρα του προέδρου της Δημοκρατίας να συνταχθεί ακαριαία με την κυβερνητική επίθεση στο ΔΝΤ, γι’ αυτό τα «ηρωικά και πένθιμα» κυβερνητικών στελεχών. Ασφαλώς σε όλα αυτά υπάρχει ισχυρή δόση σκηνοθεσίας «μάχης» και «τρόμου» για να ψηφιστούν τα μέτρα. Ωστόσο, δεν είναι μόνο σκηνοθεσία…
rizopoulospost.com 

Δεν υπάρχουν σχόλια: