Τα Χριστούγεννα είχαν πια ξεχαστεί.
Τα όποια ψήγματα αισιοδοξίας και χαμόγελου είχαν αντικατασταθεί από τη γνώριμη σε όλους μιζέρια. Εκτός από έναν.
Ο μικρός Χριστόδουλος το είχε αποφασίσει. Θα το έσκαγε!
Από μήνες το σχεδίαζε και επιτέλους έφτασε η ώρα.
Είχε κάνει τόσο καιρό υπομονή…
Ήταν ξημερώματα μιας διαφαινόμενης υπέροχης ημέρας.
Η αυγή χρύσιζε στο βάθος και με ανεβασμένα τα ποσοστά αισιοδοξίας, ο Χριστόδουλος περπατούσε αργά προς τη σωτηρία.
Στην επόμενη γωνία τον περίμενε ο φίλος του ο Μιχαλάκης.
Ειδήμων σε ότι είχε να κάνει με αυτοκίνητα.
Λίγες ώρες νωρίτερα είχε κλέψει από τη ΔΕΗ ένα εταιρικό αυτοκίνητο και το είχε «πειράξει» λιγάκι αλλάζοντας τις πινακίδες..στην αρχή δυσκολεύτηκε λίγο να το βάλει μπροστά, αλλά ευτυχώς ήταν εξπέρ στις μίζες..
Στο ντουλαπάκι υπήρχαν ήδη η νέα ταυτότητα του Χριστόδουλου κι ένα εισιτήριο για τη Μαλαισία. Διέσχισαν τρέχοντας τα πρώτα χιλιόμετρα, ενώ από πάνω τους η χθενισοβραδινή αιθαλομίχλη διαλυόταν σιγά σιγά…
Ο ήχος της μηχανής ξύπνησε το Μηνά που ήταν ξαπλωμένος σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου που περισσότερο έμοιαζε με σουίτα ξενοδοχείου, παρά με αυτό που δήλωνε.
Ο «κοντός», όπως ήταν το παρατσούκλι του, άλλαξε πλευρό μουρμουρίζοντας: “κάποιοι άνθρωποι δε σέβονται τίποτα..”.
Η δήλωση αυτή, έκανε τον αστυνομικό στο δωμάτιο να χαμογελάσει, καθώς θυμήθηκε τη δασκάλα του στο δημοτικό που πάσχιζε να τους εξηγήσει το οξύμωρο σχήμα..
Μερικά θαλασσοδάνεια μακριά, στις γειτονικές Η.Π.Α., ο Φίλιπ αναρωτιόταν τι πήγε στραβά. Αναλογιζόταν πόσο κακό μπορεί να σου κάνει ένα και μόνο γράμμα.
Δεν ήξερε πως όταν το συγκεκριμένο γράμμα είναι κεφαλαίο και δις επαναλαμβανόμενο, μπορεί να προκαλέσει ανείπωτη χαρά αλλά και αντίστοιχη δυστυχία!
Ο ήλιος είχε ανέβει πια αρκετά – η πράσινη απομίμηση αυτού αντιθέτως μόνο έπεφτε – και ο μικρός Αντωνάκης έπαιζε με τους φίλους του.
- Είμαι πρόεδρος!Φώναζε συνεχώς.
- Κι εγώ είμαι πρόεδρος!φώναξε δυνατά ο μικρός Μπένι πίσω του, αλλά δεν τον άκουσε κανείς (όχι ότι τον ένοιαζε, αρκεί που το άκουγε αυτός).
- Ανάπτυξη! Πλεόνασμα! Έξοδος στις αγορές!
Είπε εν είδει παραληρήματος ο Γιαννάκης με τις σακούλες στα μάτια του να είναι πιο μαύρες από ποτέ.
- Παρών! Ακούστηκε μια φωνούλα μέσα από τη ντουλάπα.
- ΣΚΑΣΜΟΣ ΟΛΟΙ ΣΑΣ!Γκάριξε η γερμανίδα, τρίβοντας το πονεμένο της γοφό..
- Όχι, όχι, όχι! Ο Άγιος Βασίλης είναι κακός.
Ναι, ΚΑΚΟΣ!
- Σώπα κοριτσάκι μου.
Γιατί το λες αυτό; Αφού σου έφερε μια υπέροχη κούκλα.
Έλα, φέρτη να παίξουμε μαζί.
- Δεν τη θέλω τη κούκλα!
Εγώ δεν του ζήτησα κούκλα, άλλο του ζήτησα!
- Έλα μωρό μου ησύχασε.
Σκούπισε τα ματάκια σου και πες μου τι του ζήτησες.
Ίσως απλά να καθυστέρησε το δώρο σου και να έρθει αύριο ή μεθαύριο.
Πες στο μπαμπά τι του ζήτησες λοιπόν;
- Του ζήτησα… να σου βρει μια δουλειά!
Αυτό του ζήτησα!
Και να μην είσαι στεναχωρημένος ούτε εσύ ούτε η μαμά.
Και να φέρει και φάρμακα για τη γιαγιά..
Αυτά του ζήτησα!
Ο πατέρας γύρισε το κεφάλι από την άλλη για να κρύψει από τη μικρή τα γεμάτα δάκρυα μάτια του, αδυνατώντας να βρει λέξεις για να παρηγορήσει τον άγγελό του, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό..
Την ίδια στιγμή από την τηλεόραση ακουγόταν ένα παπαγαλάκι που ζητωκραύγαζε για κάποια λευκή εβδομάδα…
Γράφει ο SakTsak
Τα όποια ψήγματα αισιοδοξίας και χαμόγελου είχαν αντικατασταθεί από τη γνώριμη σε όλους μιζέρια. Εκτός από έναν.
Ο μικρός Χριστόδουλος το είχε αποφασίσει. Θα το έσκαγε!
Από μήνες το σχεδίαζε και επιτέλους έφτασε η ώρα.
Είχε κάνει τόσο καιρό υπομονή…
Ήταν ξημερώματα μιας διαφαινόμενης υπέροχης ημέρας.
Η αυγή χρύσιζε στο βάθος και με ανεβασμένα τα ποσοστά αισιοδοξίας, ο Χριστόδουλος περπατούσε αργά προς τη σωτηρία.
Στην επόμενη γωνία τον περίμενε ο φίλος του ο Μιχαλάκης.
Ειδήμων σε ότι είχε να κάνει με αυτοκίνητα.
Λίγες ώρες νωρίτερα είχε κλέψει από τη ΔΕΗ ένα εταιρικό αυτοκίνητο και το είχε «πειράξει» λιγάκι αλλάζοντας τις πινακίδες..στην αρχή δυσκολεύτηκε λίγο να το βάλει μπροστά, αλλά ευτυχώς ήταν εξπέρ στις μίζες..
Στο ντουλαπάκι υπήρχαν ήδη η νέα ταυτότητα του Χριστόδουλου κι ένα εισιτήριο για τη Μαλαισία. Διέσχισαν τρέχοντας τα πρώτα χιλιόμετρα, ενώ από πάνω τους η χθενισοβραδινή αιθαλομίχλη διαλυόταν σιγά σιγά…
Ο ήχος της μηχανής ξύπνησε το Μηνά που ήταν ξαπλωμένος σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου που περισσότερο έμοιαζε με σουίτα ξενοδοχείου, παρά με αυτό που δήλωνε.
Ο «κοντός», όπως ήταν το παρατσούκλι του, άλλαξε πλευρό μουρμουρίζοντας: “κάποιοι άνθρωποι δε σέβονται τίποτα..”.
Η δήλωση αυτή, έκανε τον αστυνομικό στο δωμάτιο να χαμογελάσει, καθώς θυμήθηκε τη δασκάλα του στο δημοτικό που πάσχιζε να τους εξηγήσει το οξύμωρο σχήμα..
Μερικά θαλασσοδάνεια μακριά, στις γειτονικές Η.Π.Α., ο Φίλιπ αναρωτιόταν τι πήγε στραβά. Αναλογιζόταν πόσο κακό μπορεί να σου κάνει ένα και μόνο γράμμα.
Δεν ήξερε πως όταν το συγκεκριμένο γράμμα είναι κεφαλαίο και δις επαναλαμβανόμενο, μπορεί να προκαλέσει ανείπωτη χαρά αλλά και αντίστοιχη δυστυχία!
Ο ήλιος είχε ανέβει πια αρκετά – η πράσινη απομίμηση αυτού αντιθέτως μόνο έπεφτε – και ο μικρός Αντωνάκης έπαιζε με τους φίλους του.
- Είμαι πρόεδρος!Φώναζε συνεχώς.
- Κι εγώ είμαι πρόεδρος!φώναξε δυνατά ο μικρός Μπένι πίσω του, αλλά δεν τον άκουσε κανείς (όχι ότι τον ένοιαζε, αρκεί που το άκουγε αυτός).
- Ανάπτυξη! Πλεόνασμα! Έξοδος στις αγορές!
Είπε εν είδει παραληρήματος ο Γιαννάκης με τις σακούλες στα μάτια του να είναι πιο μαύρες από ποτέ.
- Παρών! Ακούστηκε μια φωνούλα μέσα από τη ντουλάπα.
- ΣΚΑΣΜΟΣ ΟΛΟΙ ΣΑΣ!Γκάριξε η γερμανίδα, τρίβοντας το πονεμένο της γοφό..
- Όχι, όχι, όχι! Ο Άγιος Βασίλης είναι κακός.
Ναι, ΚΑΚΟΣ!
- Σώπα κοριτσάκι μου.
Γιατί το λες αυτό; Αφού σου έφερε μια υπέροχη κούκλα.
Έλα, φέρτη να παίξουμε μαζί.
- Δεν τη θέλω τη κούκλα!
Εγώ δεν του ζήτησα κούκλα, άλλο του ζήτησα!
- Έλα μωρό μου ησύχασε.
Σκούπισε τα ματάκια σου και πες μου τι του ζήτησες.
Ίσως απλά να καθυστέρησε το δώρο σου και να έρθει αύριο ή μεθαύριο.
Πες στο μπαμπά τι του ζήτησες λοιπόν;
- Του ζήτησα… να σου βρει μια δουλειά!
Αυτό του ζήτησα!
Και να μην είσαι στεναχωρημένος ούτε εσύ ούτε η μαμά.
Και να φέρει και φάρμακα για τη γιαγιά..
Αυτά του ζήτησα!
Ο πατέρας γύρισε το κεφάλι από την άλλη για να κρύψει από τη μικρή τα γεμάτα δάκρυα μάτια του, αδυνατώντας να βρει λέξεις για να παρηγορήσει τον άγγελό του, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό..
Την ίδια στιγμή από την τηλεόραση ακουγόταν ένα παπαγαλάκι που ζητωκραύγαζε για κάποια λευκή εβδομάδα…
Γράφει ο SakTsak
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου