Κάπως έτσι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το φαινόμενο που καταγράφεται σύμφωνα με στοιχεία του Ο.Ο.Σ.Α. για τη μακροχρόνια ανεργία στις χώρες του Δυτικού κόσμου.
Ως μακροχρόνια ανεργία λαμβάνεται, η παραμονή πέραν των 12 μηνών εκτός εργασίας.
Πιο συγκεκριμένα για την Ελλάδα το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων αποτελεί περίπου το 65% των ανέργων στη χώρα για το 2013 σε σχέση με το 2007 όπου ήταν περίπου στο 50%.
Αντίθετα η Γερμανία καταγράφει μείωση του ποσοστού των μακροχρόνια ανέργων για το 2013 στο 45%, όταν το 2007 ήταν στο 55% και κατείχε την πρώτη θέση στο σχετικό πίνακα των χωρών της Δύσης.
Σήμερα στην πρώτη θέση της κατάταξης βρίσκεται η Ελλάδα.
Περαιτέρω τα στοιχεία δείχνουν πως περισσότερο από το 1/3 των ανέργων στις αποκαλούμενες πλούσιες χώρες της Δύσης βρίσκονται εκτός εργασίας για πάνω από έναν χρόνο.
Από την αρχή της οικονομικής κρίσης οι μακροχρόνια άνεργοι έχουν διπλασιαστεί, περίπου στα 17 εκατ.
Στην Ισπανία πρόκειται για 3 εκατ., το ίδιο με τις ΗΠΑ, όταν οι ΗΠΑ διαθέτουν πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό.
Ακόμη στην Γερμανία η μείωση που καταγράφεται αγγίζει το 1 εκατ., ενώ αισθητή μείωση παρουσιάζει και η Ελβετία. Επίσης μείωση σε μικρότερα ποσοστά παρατηρείται στην Πολωνία, Ολλανδία και Βέλγιο.
Η μακροχρόνια ανεργία είναι κορυφαίο κοινωνικό και οικονομικό ζήτημα μιας και η αδυναμία αντιμετώπισής της δυσχεραίνει τις προσπάθειες των χωρών για οικονομική ανάκαμψη.
Παράλληλα η αποχή από την εργασία δημιουργεί αίσθησης απόρριψης και αποθάρρυνσης για τους ανέργους, που οδηγεί σε μεγαλύτερη δυσκολία επανένταξής τους στην αγορά εργασίας.
Η οικονομική κρίση πλήττει και τις χώρες της Δύσης, όχι όμως με τον ίδιο τρόπο και με αυξημένες αντιθέσεις μεταξύ των χωρών.
Η αντίθεση μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας απεικονίζει και τη γενικότερη αντίθεση μεταξύ των χωρών του Νότου και του Βορρά στην Ε.Ε. με δεδομένη την μεγάλη αύξηση και στην Ισπανία.
Ακόμη στην πρόοδο της Γερμανίας στην αντιμετώπιση του ζητήματος θα πρέπει ίσως να αναζητηθούν προτάσεις και πιθανές πρακτικές για την ανάκαμψη και στην Ελλάδα.
* Ο Σταύρος Τασιόπουλος είναι Δικηγόρος, MΔΕ Δημοσίου Δικαίου & Πολ. Επιστήμης.
Ως μακροχρόνια ανεργία λαμβάνεται, η παραμονή πέραν των 12 μηνών εκτός εργασίας.
Πιο συγκεκριμένα για την Ελλάδα το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων αποτελεί περίπου το 65% των ανέργων στη χώρα για το 2013 σε σχέση με το 2007 όπου ήταν περίπου στο 50%.
Αντίθετα η Γερμανία καταγράφει μείωση του ποσοστού των μακροχρόνια ανέργων για το 2013 στο 45%, όταν το 2007 ήταν στο 55% και κατείχε την πρώτη θέση στο σχετικό πίνακα των χωρών της Δύσης.
Σήμερα στην πρώτη θέση της κατάταξης βρίσκεται η Ελλάδα.
Περαιτέρω τα στοιχεία δείχνουν πως περισσότερο από το 1/3 των ανέργων στις αποκαλούμενες πλούσιες χώρες της Δύσης βρίσκονται εκτός εργασίας για πάνω από έναν χρόνο.
Από την αρχή της οικονομικής κρίσης οι μακροχρόνια άνεργοι έχουν διπλασιαστεί, περίπου στα 17 εκατ.
Στην Ισπανία πρόκειται για 3 εκατ., το ίδιο με τις ΗΠΑ, όταν οι ΗΠΑ διαθέτουν πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό.
Ακόμη στην Γερμανία η μείωση που καταγράφεται αγγίζει το 1 εκατ., ενώ αισθητή μείωση παρουσιάζει και η Ελβετία. Επίσης μείωση σε μικρότερα ποσοστά παρατηρείται στην Πολωνία, Ολλανδία και Βέλγιο.
Η μακροχρόνια ανεργία είναι κορυφαίο κοινωνικό και οικονομικό ζήτημα μιας και η αδυναμία αντιμετώπισής της δυσχεραίνει τις προσπάθειες των χωρών για οικονομική ανάκαμψη.
Παράλληλα η αποχή από την εργασία δημιουργεί αίσθησης απόρριψης και αποθάρρυνσης για τους ανέργους, που οδηγεί σε μεγαλύτερη δυσκολία επανένταξής τους στην αγορά εργασίας.
Η οικονομική κρίση πλήττει και τις χώρες της Δύσης, όχι όμως με τον ίδιο τρόπο και με αυξημένες αντιθέσεις μεταξύ των χωρών.
Η αντίθεση μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας απεικονίζει και τη γενικότερη αντίθεση μεταξύ των χωρών του Νότου και του Βορρά στην Ε.Ε. με δεδομένη την μεγάλη αύξηση και στην Ισπανία.
Ακόμη στην πρόοδο της Γερμανίας στην αντιμετώπιση του ζητήματος θα πρέπει ίσως να αναζητηθούν προτάσεις και πιθανές πρακτικές για την ανάκαμψη και στην Ελλάδα.
* Ο Σταύρος Τασιόπουλος είναι Δικηγόρος, MΔΕ Δημοσίου Δικαίου & Πολ. Επιστήμης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου